Πόσοι ψωνίζουν τα βιβλία τους βασιζόμενοι στους πίνακες των «best sellers» ή των, κατά νεολογισμό «ευπώλητων», που δημοσιεύονται στον τύπο;
Προφανώς όχι οι άνθρωποι του βιβλίου, οι συστηματικοί αναγνώστες, αφού εκείνοι, με ειδικές προτιμήσεις και κατασταλαγμένα γούστα, ποτέ δεν θα αγοράσουν ένα βιβλίο μόνο επειδή παρουσιάστηκε ως «ευπώλητο». Συνηθίζουν να πηγαίνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα στο βιβλιοπωλείο και να ενημερώνονται εκεί. Γνωρίζουν καλά πως το «ευπώλητο», όχι μόνο «ευπώλητο» δεν είναι πάντα, αλλά ούτε απαραίτητα όντως καλό βιβλίο.
Οι άνθρωποι του βιβλίου, υποψιασμένοι για τα τεκταινόμενα στο χώρο του, σπάνια ακολουθούν αυτές τις στήλες. Εν τούτοις θεωρούν ότι η εικόνα είναι πιο εναργής όταν η εφημερίδα δημοσιεύει ότι «σε συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο, δεδομένης περιοχής, την περασμένη εβδομάδα, τα εξής δέκα πρώτα βιβλία ‘έδωσαν’ τα ακόλουθα αντίτυπα». Όταν δεν έχουν μπροστά τους μόνο τα ποσοτικά, αλλά και τα ποιοτικά δεδομένα.
Λιγότερο στέκονται οι μόνιμοι αναγνώστες στις εφημερίδες που παραθέτουν αποκάτω 15-20 βιβλιοπωλεία, άσχετα μεταξύ τους ως προς το μέγεθος και το είδος του κοινού τους, διαφόρων περιοχών, από τα στοιχεία των οποίων αναφέρεται ότι καταρτίστηκε η στήλη. Χωρίς να φαίνεται τι ακριβώς στοιχεία έδωσαν. Έβγαλε ο δημοσιογράφος ένα μέσον όρο κι έκανε μια κατάταξη! Έτσι ο «Ελευθερουδάκης» δίνει ως πρώτο ένα βιβλίο, επειδή έχει πουλήσει στα είκοσι περίπου βιβλιοπωλεία του πχ. εβδομήντα αντίτυπα και βιβλιοπωλείο μικρής πόλης έρχεται να αλλάξει το αποτέλεσμα, επειδή σε εκείνο πουλήθηκαν δύο αντίτυπα από κάποιο άλλο βιβλίο, συνεπώς έχει εκείνο ως πρώτο σε πωλήσεις.
Κι αυτό επειδή στο τέλος το «πρώτο» βγαίνει ανάλογα με το ποιο δίνουν οι περισσότεροι για πρώτο.
Ούτε όμως και οι άνθρωποι που δεν ανοίγουν βιβλίο, (το 80% των συμπατριωτών μας δηλαδή, ανεξάρτητα αν διαθέτουν «αγύριστη» άποψη και ψήφο) δεν επηρρεάζονται από αυτές τις στήλες। Θα διαβάσουν όλην την εφημερίδα, εκτός από τη στήλη του βιβλίου. Και θα αγοράσουν το βιβλίο που θα γίνει «ευπώλητο», όχι με τη βοήθεια των στηλών των εντύπων, αλλά επειδή όλοι θα μιλούν για αυτό, που θα έχει γίνει «του συρμού».
Παρά ταύτα οι εκδότες προσπαθούν να περιποιούνται με δώρα, προσκλήσεις κλπ। τους αρμόδιους για τις στήλες του βιβλίου δημοσιογράφους, τους πολλούς υπευθύνους βιβλιοπαρουσιάσεων και τους ελάχιστους κριτικούς। Σε κάποιους δε από αυτούς προτείνουν να αναλάβουν τις δημόσιες σχέσεις των εκδοτικών τους οίκων, παράλληλα, εννοείται με την δημοσιογραφική βιβλιογραφική τους στήλη ή να τους εκδόσουν δικά τους βιβλία। Μερικοί δέχονται κι από εκεί και πέρα είναι να δει κανείς πόσο είναι κομψό κάτι τέτοιο, πριν εξετάσει η ΕΣΗΕΑ κατά πόσο αρμόζει στην δημοσιογραφική δεοντολογία, πράγμα που δεν έχει κάνει ποτέ। Γιατί είναι εμφανές πως όταν είναι ο δημοσιογράφος μισθωτός του εκδότη ή ο εκδότης τυγχάνει να είναι κι "ο εκδότης του" θα δυσκολευτεί αρκετά να αρνηθεί την παρουσίαση βιβλίου του συγκεκριμένου εκδοτικού οίκου, πόσο μάλλον να γράψει αρνητική κριτική για ένα κακό βιβλίο αυτού του εκδοτικού οίκου। Όταν λέμε "δημόσιες σχέσεις" εδώ κυρίως εννοούμε πως ο δημοσιογράφος θα τηλεφωνήσει στους συναδέλφους του στα άλλα έντυπα και θα τους ζητήσει ευνοική παρουσίαση του βιβλίου, γνωστοποιώντας τους ότι ως δεύτερη δουλειά έχει τις δημόσιες σχέσεις του οίκου। Πολλές φορές το πράγμα πάει ακόμη μακρύτερα। ΄Εχει συμβεί δημοσιογράφοι υπεύθυνοι για το βιβλίο να εκδίδουν βιβλίο τους δαπάναις του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, οπότε άντε μετά να γράψουν κακό λόγο για την πολιτική του βιβλίου στην Ελλάδα!
Θυμάμαι το παράδειγμα του Θόδωρου Χατζηπανταζή, σπουδαίου θεατρολόγου, καθηγητή πανεπιστημίου σήμερα, ο οποίος, όταν εργαζόταν ως θεατρικός κριτικός στην "Ελευθεροτυπία" με το όνομα Θόδωρος Κριτικός, αρνιόταν να χρησιμοποιήσει τις προσκλήσεις που του έστελναν οι θίασοι που θα έκρινε και καθόταν στην ουρά κι έκοβε κανονικό εισιτήριο, το οποίο, φυσικά, πλήρωνε από την τσέπη του। Ούτε καν δήλωνε στο ταμείο ποιος είναι προκειμένου να εξασφαλίσει καλή θέση!
Ανεξάρτητα λοιπόν από το πόσοι είναι αυτοί οι δημοσιογράφοι που περιγράφτηκαν πιο πάνω, με τη στάση τους θίγουν όλον τον κλάδο, ο οποίος συνάδελφοι ή μη, όφειλε να μην ανέχεται αυτήν τους τη συμπεριφορά। Επειδή σωστό είναι να κινητοποιείται η ΕΣΗΕΑ ως ο συνδικαλιστικός φορέας των δημοσιογράφων κάθε φορά που απολύεται κάποιος, αλλά με δεδομένο ότι η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα, επίσης σωστό είναι να κάνει το ίδιο κι όταν κάποιο μέλος της δεν το κατανοεί επαρκώς.
Πάντως, γεγονός είναι πως το αναγνωστικό κοινό είναι εκείνο που αναδεικνύει τα βιβλία σε «ευπώλητα», ανεξάρτητα από καθοδηγήσεις। Σε δύο περιπτώσεις: όταν είναι όντως καλά κι όταν τα έχει ανάγκη.
12 comments:
Πολύ ωραίο ποστ.
Οι λίστες δεν ξέρω που χρησιμεύουν, κανείς δεν αγοράζει έτσι βιβλία.
Αυτό με τους δημοσιογράφους δεν το ήξερα, μου έκανε πολύ εντύπωση. Τα ίδια γίνονται σε όλους τους χώρους, αλλά στη λογοτεχνία νόμιζα ότι θα είναι πιο 'καθαρά' τα πράγματα.
Καλή συνέχεια.
Σας ευχαριστώ αγαπητές doratsirka και zoi20 για τα σχόλιά σας.
Να ξεκαθαρίσω ότι δεν γκρινιάζω εδώ, επειδή είμαι εκδότης του οποίου τα βιβλία δεν περνάνε από τα έντυπα. Αντιθέτως περνάνε, κρίνονται, επαινούνται ή κατακρίνονται. Παράπονο δεν έχω. Όμως ο κόσμος του βιβλίου δεν είναι ο μικρόκοσμος του εκδοτικού χώρου. Εκτείνεται μέχρι το αναγνωστικό κοινό, που μη γνωρίζοντας πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις, καθοδηγείται σε λάθος επιλογές. Πράγμα που μάλλον έχει γίνει συνείδηση για αυτό και οι λίστες των ευπωλήτων έχουν περιπέσει σε ανυποληψία. Η αλήθεια είναι πως το κοινό, ιδίως του βιβλίου, δύσκολα το ξεγελάς. Θα μου πείτε, τι να λέμε τώρα για δεοντολογίες και τα τοιαύτα... Πού τηρούνται πια, σε ποιό επάγγελμα και σε ποιο λειτούργημα; Σωστά, αλλά όλοι πια να γίνουμε παθητικοί αποδέκτες της μοίρας που θέλουν να μας επιβάλουν; Ακόμη και οι άνθρωποι που σχετίζονται με το βιβλίο;
Πολλοί είναι πια αυτοί που απεμπολούν το δικαίωμα τους να διαμορφώσουν προσωπική άποψη όχι μόνο για τα βιβλία, αλλά και για κάθε τι που συμβαίνει, καθώς δε διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο ή τις ικανότητες που απαιτούνται. Ο ρόλος λοιπόν των κριτικών και των υπόλοιπων σχολιαστών έχει αναβαθμιστεί αισθητά.
Προσωπικά, με ενδιαφέρει κι αυτός των εκδοτών, μιας και πειραματίζομαι με την ποίηση. Θα χαρώ επομένως να διαβάσω τις σχετικές παρατηρήσεις σας -για τη διαδικασία υποβολής κειμένων, την αξιολόγησή τους κ.α.- .
IMPORTANT SITE: WWW.PARRISIA.COM
Πάντα πίστευα ότι ο "κόσμος" του βιβλίου διαφέρει από αυτόν τον άλλων τεχνών, πχ κινηματογράφος, μουσική, πάντα αναφορικά με την κριτική. Δεν θα ήθελα ποτέ να δώ να μετατρέπεται και αυτός σε κάτι παρόμοιο. Δεν ξέρω πόσο μακρυά είναι αυτό. Το ποστ σας όμως με ανησύχησε ιδιαίτερα.
Μπράβο κατάντια: Να μαθαίνουμε ότι έφτιαξες blog από αλητήριους πιτσιρίκους.
Μου κάνει εντύπωση, ομολογώ, που όλα τα μέχρι τώρα σχόλια στο post αυτό εκφράζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την κατάπληξή τους που ο χώρος του βιβλίου είναι λίγο-πολύ όπως και οι υπόλοιποι πνευματικοί χώροι στην Ελλάδα. Κι αυτό, επειδή βλέπω πως οι απορίες εκφράζονται από ανθρώπους πολύ κοντά στην Τέχνη, στα Γράμματα και στο Βιβλίο.
Μα ήταν δυνατόν να συμβαίνει διαφορετικά; Όλοι μας σε ένα καζάνι βράζουμε. Ζούμε σε μια κοινωνία που εδώ και αρκετά χρόνια την έμαθαν να βλέπει τον πνευματικό άνθρωπο περίπου ως γραφικό και βεβαίως σχεδόν ηλίθιο, αφού τη στιγμή οι άλλοι έχουν πέσει με τα μούτρα στο "πώς θα κονομήσουμε" εκείνος ασχολείται με ποιήματα, λογοτεχνίες,πίνακες, θέατρα, συναισθήματα κι οράματα. Δυστυχώς κάθε τι είναι εικόνα της κοινωνίας και της μοιάζει, που έλεγε και η Πολυδούρη. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για μας τους εκδότες, αφού, όσο κυνικό κι αν ακούγεται αυτό, ένας εκδοτικός οίκος είναι πάνω απ' όλα ένα μαγαζί. Έτσι τουλάχιστον μας αντιμετωπίζει το επίσημο κράτος. Με τα ίδια κριτήρια που αντιμετωπίζει τα υπόλοιπα μαγαζιά. Για την Εφορία, το ΙΚΑ, τις Τράπεζες κλπ. δεν έχει καμμία διφορά ένας εκδοτικός οίκος από ένα σούπερ μάρκετ ή ένα μαγαζί με ρούχα. Αν και στην πράξη υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Ότι η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού θεωρεί τα είδη που πουλά ένα σούπερ μάρκετ ή ένα μαγαζί με ρούχα ως είδη πρώτης ανάγκης, πράγμα που δεν κάνει για το βιβλίο. Ο εκδότης όμως καλείται να ζήσει τον εκδοτικό του οίκο -και να ζήσει κι ο ίδιος- μέσα από σε αυτή την αγορά και μόνο.
Υπάρχει όμως μια διαφορά του κόσμου του Βιβλίου από τον κόσμο του Θεάτρου ή τον κόσμο του Κινηματογράφου. Είναι η εξής: Ότι κάθε χρόνο δαπανώνται εκατομμύρια ευρώ ως επιχορηγήσεις θεατρικών σκηνών και ταινιών, ενώ για το βιβλίο ποτέ δεν έχει δοθεί η παραμικρή επιχορήγηση. Ως μέσο άσκησης κρατικής πολιτικής στο χώρο του βιβλίου εννοώ. Παραδείγματος χάριν για την συγκρότηση μιας βιβλιογραφίας υποδομής, τα βιβλία της οποίας δεν μπορεί να στηρίξει η αγορά. Έτσι φτάνουμε στο σημείο π.χ. η Γερμανία ή η Αγγλία να διαθέτει πολύ περισσότερες μελέτες για την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία από ό,τι η Ελλάδα. Και το ότι κυκλοφορούν κάποια από αυτά στα ελληνικά βιβλιοπωλεία να οφείλεται στον "πατριωτισμό των ελλλήνων" εκδοτών, οι οποίοι από τέτοια βιβλία δεν καλύπτουν καν τα έξοδά τους. Τι κάνουν λοιπόν για να μην κλείσουν; Εκδίδουν τρία-τέσσερα εμπορικά, κατά κανόνα δεύτερης ποιότητας βιβλία, για να αποκτήσουν την οικονομική δυνατότητα να στηρίξουν ένα βιβλίο υποδομής. Συνεπώς ως παρεπόμενη επίπτωση έχουμε το να γεμίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων με "σκουπίδια". Εννοείται πως βάζω μέσα και τον εαυτό μου, δεν το λέω μόνο για τους άλλους εκδότες.
April 10, 2007 12:18 PM
Πιστεύω ότι έχετε απόλυτο δίκιο ως προς τους δημοσιογράφους. Τα περί "ευπωλήτων" δεν μπορώ να τα αξιολογήσω, αλλά υποπτεύομαι ότι είναι όπως τα λέτε. Είμαι εραστής του βιβλίου, δημοσιογράφος-πολιτικός συντάκτης. Οι ελάχιστες φιλίες μου στο χώρο του βιβλίου, που δείχνουν να καταλάβω ότι και αυτός ο χώρος είναι βρώμικος, όσο κι ο δικός μας. Είμαι πεπεισμένος ότι τα "διαμαντάκια" εκδίδονται απο οίκους σαν το δικό σας. Σεμνούς ταπεινούς, και εργατικούς. Συνεχίστε. Η επιλογή των βιβλίων είναι ιερή εργασία. Οι φασοπλακοραφούδες τύπου "Λιβάνη" Καστανιώτη" κλπ, που εκδίδουν ότι πετάει κι ότι αναπνέει, απευθύνονται στους "ευπώλητους".
Κώστας...
Δεν με εκπλήσσει τίποτα από τα όσα γράψατε, αν και δεν είμαι του χώρου. Κατά τα άλλα... Ξέρετε, το ευπώλητο είναι και εύπεπτο κι αυτό στις μέρες μας αποτελεί προνόμιο, για πολλούς λόγους. Ένας εξ' αυτών είναι το γεγονός πως οι άνθρωποι δεν θέλουν να προβληματίζονται διαβάζοντας αφού είναι ήδη προβληματισμένοι, με την καθημερινότητά τους. Ένας άλλος είναι το γεγονός πως κάποιοι άνθρωποι έχουν εντάξει την ανάγνωση στη ζωή τους, σαν άλλη μια προβολή του Εγώ τους που θέλουν να το αναδείξουν και ως κάπως "κουλτουριάρικο". Τα εύπεπτα τους βοηθούν, νομίζουν. Το θέμα είναι σε ποιον θα απευθυνθούν αναφέροντας γνωστούς τίτλους... Καλώς ορίσατε στην βλογιόσφαιρα κ. Βίτσο! D.S.
για anonymous:Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια σχετικά με τους μικρούς εκδοτικούς οίκους. Εννοείται πως δεν αρκεί να είναι κάποιος οίκος μικρός πρέπει να έχει και τη λόξα του. Χαίρομαι που συναντώ, έστω κι έτσι, έναν δημοσιογράφο που διαβάζει φανατικά. Να προσθέσω σε όσα έχω ήδη γράψει για τον κλάδο σας, πως όλο και λιγότερους μορφωμένους δημοσιογράφους συναντάμε. Πάντως χρειάζονται και οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι. Πώς αλλιώς θα χαρακτηριζόμαστε οι υπόλοιποι μικροί; Και, παρακαλώ, ας αναγνωρίσουμε στον "Καστανιώτη" ότι, τουλάχιστον, εκσυγχρόνισε την υπόθεση του βιβλίου στην Ελλάδα.
για katrougiali:Από το όνομά σας συμπεραίνω πως θα έχετε χιούμορ και θα κουβαλάτε τρέλα και χαίρομαι για αυτό. Το να υπάρχουν λίστες ευπωλήτων δεν είναι κακό, απλώς δεν νομίζω να βοηθά την υπόθεση του βιβλίου, ιδίως όταν δεν απεικονίζουν την πραγματικότητα. Δεν είμαι κατά των εύπεπτων βιβλίων, επειδή θεωρώ πως δεν αποκλείεται, συχνά, να είναι και ποιοτικά. Άλλωστε πιστεύω πως εκείνο που έχει σημασία είναι να εγκαινιασθεί η σχέση ανάγνώστη-βιβλίου. Να βάλει δηλαδή ο καθένας μας το βιβλίο στη ζωή του. Να μάθει πως το βιβλίο μπορεί να κάνει τη ζωή πιο ωραία. Ότι μπορεί να αποτελεί διασκέδαση. Αν αυτό ξεκινήσει με εύπεπτα βιβλία κανένα πρόβλημα. Ακόμα κι αν συνεχισθεί. Αν και είναι φυσικό, ξεκινώντας κάποιος από τα εύπεπτα βιβλία, να περάσει σταδιακά στα πιο σύνθετα. Ενώ, αν η διαδικασία γίνει αντίστροφα, μπορεί ο περιστασιακός αναγνώστης και να εγκαταλείψει τη σχέση του με το βιβλίο πολύ σύντομα.
Post a Comment